Η Άννα έστρωσε την ακριβή κόλα με το χέρι της σαν να την χάιδευε και σχημάτισε τις λέξεις προσεκτικά... Ήθελε να είναι σίγουρη πως η σημασία των σκέψεων της θα περνούσε στο χαρτί ακριβώς... Πως δεν θα χανόταν ούτε μια σταγόνα από τα συναισθήματα που την έπνιγαν, ούτε μια στάλα από την ψυχή της που φούσκωνε σαν ανταριασμένο νερό από την θλίψη και την απελπισία... Και από την δύναμη που αντλούσε από κομμάτια του εαυτού της που δεν ήξερε καν πως υπήρχαν μέχρι πριν λίγο καιρό... Πήρε βαθιά ανάσα και βούτηξε στα πιο βαθιά νερά της ζωής της... Με το κεφάλι....
«Λέξεις και εικόνες, στιγμές και αναμνήσεις, αλήθειες και ψέματα, λάθη και πάθη... Κάπου ανάμεσα σε αυτό που διαλέγω να πιστέψω και σε αυτό που νοιώθω να συμβαίνει, βρίσκεται η αλήθεια... Η αλήθεια που ξέρω και ας μην θέλω να δω... Μέσα στο μυαλό μου στριφογυρίζουν σκέψεις που με πονάνε αλλά και με λυτρώνουν... Ψηλαφώντας το παρόν, το παρελθόν και το μέλλον ανακαλύπτω πως όλα είναι διαφορετικά αλλά και όλα είναι ίδια... Γεννήθηκα με ένα αστέρι και μια κατάρα... Με ένα μυαλό φτιαγμένο για το καλό και το κακό με τις ίδιες ακριβώς προδιαγραφές... Με ένα μυαλό που ξεφεύγει και επανέρχεται το ίδιο εύκολα... Όλο και συχνότερα τον τελευταίο καιρό φλερτάρω με το χάος... Ξαναθυμάμαι τακτικές και σχέδια που νόμιζα πως είχα ξεχάσει... Νοιώθω μέσα μου την ηδονή του να καρφώνεις το μαχαίρι στην πλάτη του αντιπάλου... Θυμάμαι ακριβώς πως είναι να μπορώ να σε τρομάξω.. Και σένα και όποιον άλλον... Και μετά... Μετά θυμάμαι πως δεν έχει νόημα να πολεμάς κερδισμένες μάχες... Μικρούς εχθρούς, μίζερα ανθρωπάκια που δεν αποτελούν τρόπαιο για κανέναν άνθρωπο που σέβεται τον εαυτό του....
Σε αγαπάω τελείως για όλα όσα ζήσαμε μέχρι σήμερα.. Για τα εύκολα και για τα δύσκολα, κυρίως για τα δύσκολα, και για όλα όσα με σημάδεψαν και με έκαναν να μπορώ σήμερα να κάνω πίσω όταν χρειάζεται, ακόμα και όταν δεν θέλω... Σε αγαπάω τελείως αλλά ξέρω πια πως αν χρειαστεί να σε αφήσω θα το κάνω... Όχι γιατί μπορώ να ζήσω χωρίς εσένα αλλά γιατί φοβάμαι πως αυτό που έγινες δεν είναι πια εσύ... Δεν θέλω να σε δω να κατεβαίνεις από εκεί που ήσουν πάντα... Έχω ανάγκη να σε βλέπω ,να σε νοιώθω ψηλά , για να μην μπορώ να σε φτάσω, για να μην μπορώ να σε χαλάσω... Και επειδή σε ξέρω πια όσο τον εαυτό μου, καταλαβαίνω πως μπορεί να κουράστηκες, πως μπορεί να βαρέθηκες ή πως μπορεί απλά να θέλεις κάτι άλλο... Όμως αυτή την κάθοδο, συγχώρεσε με , δεν θα μείνω να την δω...
Θα σε αφήσω ήσυχο, να παίξεις με τα καινούρια σου παιχνίδια χωρίς να σε ενοχλήσω... Έτσι κι αλλιώς, αυτό το παιχνίδι με τα ψεύτικα, φτηνά παιχνίδια που πουλάνε στα πανηγύρια δεν θα το παίζαμε ποτέ μαζί.... Εμένα δεν μου αρέσουν οι χάντρες και τα καθρεφτάκια... Δεν μου άρεσαν ποτέ.... Θα σε αφήσω λοιπόν, και θα φύγω χωρίς να πολεμήσω... Δεν θα γίνουμε εχθροί εμείς οι δύο, όχι τώρα, στο τέλος.... Θα φύγω με τον δύσκολο τρόπο, για μένα... Χωρίς θόρυβο, χωρίς αντίποινα, χωρίς καυγάδες... Θα κλείσω την πόρτα πίσω μου αντί να την βροντήξω και αυτή θα είναι η δική σου νίκη, που στην χαρίζω γιατί την αξίζεις... Ότι είμαι, το έφτιαξες εσύ... Όπως και ότι είσαι το έφτιαξα και εγώ... Και πρέπει να παραδεχτείς πως υπήρξαμε η καλύτερη ομάδα....
Θέλω να ξέρεις πως δεν σου κρατάω κακία... Ότι έγινε έγινε για κάποιο λόγο... Και ακόμα και αν τώρα δεν μπορώ να καταλάβω το γιατί, ξέρω πως θα έρθει η στιγμή που όλα γίνουν διάφανα... Και όλα θα αποκτήσουν νόημα... Θέλω να σε ευχαριστήσω για πολλά όμως ο χρόνος είναι λίγος και οι λέξεις μικρές... Ξέρεις καλά τι μου έδωσες, όπως το ξέρω και εγώ... Κυρίως, μου έδωσες την δυνατότητα να μπορώ να φύγω χωρίς να αφήσω πίσω μου συντρίμμια... Δεν θα σου πω ψέματα... Είναι πολύ δύσκολη απόφαση αυτή και ξέρω πως θα περάσω την υπόλοιπη ζωή μου ελπίζοντας πως ήταν η σωστή... Όμως φοβήθηκα τόσο πολύ προχτές το βράδυ με όσα είδα, που όσο και αν με θεωρείς υπερβολική, δεν νομίζω πως αντέχω να τα ταχτοποιήσω στο μυαλό μου και να τα ξεχάσω... Με τρόμαξε το τόσο λίγο... Το σχεδόν τίποτα... Με τρόμαξε η απόλυτη έλλειψη αισθητικής, η τόση ξεφτίλα και η τόση ξετσιπωσιά... Με τρόμαξε το ότι όλα αυτά, τα ακούμπησες και τα άφησες να σε αγγίξουν...Πάντα με τρόμαζε αυτή η μυρωδιά της φτήνιας που κολλάει επάνω στους ανθρώπους σαν αρρώστια και τους βρωμίζει μέχρι το κόκαλο... Όλα μπορώ να τα παλέψω εκτός από αυτό... Αυτό δεν έχω τρόπο.... Με ξεπερνάει.... Μένω άοπλη να το κοιτάζω με απέχθεια και δεν θέλω καν να λερώσω τα χέρια μου σπρώχνοντας το μακριά...Άλλοι φοβούνται τις κατσαρίδες και τα ποντίκια... Εγώ τρέμω το απόλυτο μηδέν.... Είναι αστείο αλλά για χρόνια νόμιζα πως ο δικός μου πρίγκιπας φορούσε πανοπλία που τον προστάτευε από όλα αυτά... Πως ο θρόνος του ήταν ψηλά, πολύ ψηλά για να τον φτάσουν... Για να ανακαλύψω τώρα στο τέλος πως έρποντας, κάποιοι άνθρωποι φτάνουν εκεί που άλλοι δεν μπορούν να φτάσουν πηδώντας...
Έχω πολλά να σου πω αλλά δεν θα το κάνω... Νοιώθω άβολα γιατί έχω αρχίσει να πιστεύω πως δεν μ’ ακούς πια... Έτσι προτιμώ απλά να φύγω.... Κόντρα στις προβλέψεις και στις προοπτικές, τελικά δεν θα είμαστε για πάντα... Όμως τουλάχιστον ότι έχουμε να θυμόμαστε, είναι όμορφο.... Υπάρχουν τόσοι άνθρωποι που χωρίζουν και ακυρώνουν τις ζωές που έζησαν μέχρι τότε, και τις επιλογές και τα όνειρα τους... Εμείς θα είμαστε και πάλι από τις εξαιρέσεις.. Έτσι δεν είναι? Θέλω να μ’ αγαπάς όσο σ’ αγαπάω, πάντα... Όπου και αν είσαι, ότι κι αν κάνεις, θέλω να ξέρεις πως εγώ θα είμαι πάντα εδώ... Αρκεί να με αφήσεις έξω από όλη αυτή την κατηφόρα... Αρκεί να με αφήσεις να θυμάμαι αυτά που αγάπησα και αυτά που διάλεξα εγώ... Δεν έχω χώρο για άλλη κατηφόρα στην ζωή μου και εσύ το ξέρεις καλύτερα από τον καθένα γιατί εσύ ήσουν πάντα το φρένο μου... Λυπάμαι που εγώ δεν μπόρεσα να είμαι το δικό σου.... Να προσέχεις...Και να είσαι καλά....Και να θυμάσαι πάντα πως ότι και αν έγινε τώρα, στο τέλος, εγώ δεν μετάνιωσα για τίποτα, ούτε για μια στιγμή...Ότι ζήσαμε θα το ξαναζούσα , ξανά και ξανά, όχι σε άλλη μία, αλλά σε όλες μου τις ζωές....»
Σκούπισε τα δάκρυα της, έκλεισε το γράμμα σε ένα φάκελο και το έβαλε στο συρτάρι.... Και την ώρα που ξάπλωνε στο κρεβάτι της, μόνη, ευχήθηκε μέσα από την καρδιά της αυτός ο αποχαιρετισμός να μην χρειαζόταν να ειπωθεί ακόμα.... Και ας ήξερε, βαθιά μέσα της, πως η μισή διαδρομή είχε ήδη καλυφθεί.....