Παρασκευή, Μαρτίου 23, 2007

Αθηνά...

Στον έκτο όροφο των γραφείων της Publicom, η Αθηνά Ραζή, γενική διευθύντρια της εταιρίας και υπεύθυνη των μεγάλων λογαριασμών , προσπαθούσε να μην ουρλιάξει. Η ώρα είχε πάει ήδη δώδεκα και οι μακέτες που περίμενε, φυσικά, δεν είχαν φτάσει ακόμη στο γραφείο της. Το δημιουργικό της τμήμα ήταν αχτύπητο, και φέτος θα σάρωναν πάλι τα βραβεία στο φεστιβάλ διαφήμισης , αλλά η ακρίβεια δεν συγκαταλεγόταν στα προτερήματα των συνεργατών της. Άλλωστε, ο τέταρτος όροφος, ο όροφος του δημιουργικού και βασίλειο του Γιάννη Πετρίδη, ήταν ο μόνος όροφος που δεν διέθετε ρολόγια. Κάποτε, χρόνια πριν, είχε προσπαθήσει να λύσει το πρόβλημα χαρίζοντας στον Γιάννη ένα ρολόι για το γραφείο του. Είχε δώσει μια μικρή περιουσία για ένα κομψοτέχνημα από τον Cartier για να μην προσβάλει την αισθητική του πολύτιμου art director της, και το αποτέλεσμα ήταν πως το ρολόι κοσμούσε μέχρι σήμερα, σε περίοπτη θέση το γραφείο του, αλλά χωρίς μπαταρίες. Ο Γιάννης, όπως άλλωστε και όλοι οι συνεργάτες του, αρνούνταν να δουλέψουν υπό πίεση. Το τμήμα τους έμοιαζε περισσότερο με παιδική χαρά, ήταν γεμάτο ζωγραφιές στους τοίχους, - οι περισσότεροι γραφίστες της εταιρίας ήταν ερασιτέχνες ζωγράφοι, ορισμένοι μάλιστα πολύ επιτυχημένοι, - φυτά, gadgets, τα κομπιούτερ τους ήταν εφοδιασμένα με τα τελευταίας κυκλοφορίας παιχνίδια και οι πιο πολλοί κυκλοφορούσαν ντυμένοι με τζιν και μακό φορώντας γουώκμαν και χοροπηδώντας στον ρυθμό κάποιας μουσικής που άκουγαν μόνο οι ίδιοι. Ο ίδιος ο Γιάννης, στα σαράντα του, έμοιαζε περισσότερο με μποέμ καλλιτέχνη παρά με υψηλόβαθμο στέλεχος μεγάλης εταιρίας. Ψηλός, λεπτός, με μακριά μαλλιά που είχαν αρχίσει να αραιώνουν, κυκλοφορούσε ντυμένος με φαρδιά παντελόνια και πουκάμισα, μακό από εκθέσεις ζωγραφικής, μουσεία και φεστιβάλ, διαμαντένιο σκουλαρίκι στο αυτί και λεπτά συρμάτινα γυαλιά μυωπίας. Φορούσε δε πάντα δύο swatch από την τεράστια συλλογή του στον καρπό του αριστερού του χεριού, από τα οποία βέβαια, δεν δούλευε ποτέ, κανένα.
Η Αθηνά κοίταξε με απόγνωση το ρολόι της που δούλευε πάντα κανονικά. Δώδεκα και δέκα. Στη μία είχε ραντεβού με τον Οικονόμου και την ομάδα του. Ο Κώστας Οικονόμου ήταν ο γενικός διευθυντής της μεγαλύτερης εταιρίας ζυμαρικών στην Ελλάδα. Ο λογαριασμός τους ήταν τεράστιος και έπρεπε να τον κερδίσουν. Για να συμβεί όμως αυτό, έπρεπε να ετοιμαστούν οι μακέτες…Αναστέναξε και έγειρε πίσω στην δερμάτινη πολυθρόνα της. Κοίταξε το γραφείο της εξεταστικά. Ήταν η εικόνα της και το είχε διακοσμήσει προσεκτικά. Το ήθελε κομψό, ακριβό , λιτό και μοντέρνο. Να αντανακλά την εικόνα μιας επιτυχημένης, δραστήριας, έξυπνης και κομψής γυναίκας. Την εικόνα της. Ήταν ευχαριστημένη με το αποτέλεσμα. Το πάτωμα είχε σκεπαστεί με ακριβή ψάθα, τα έπιπλα της ήταν από την σειρά γραφείου του Δελούδη από ξύλο και αμμοβολημένο γυαλί , ο μεγάλος καναπές στον τοίχο απέναντι της είχε ένα γλυκό πορτοκαλί χρώμα, ενώ ένας άλλος τοίχος καλυπτόταν σχεδόν ολόκληρος από μια τεράστια οθόνη plasma . Στους τοίχους υπήρχαν μόνο τρία έργα του Πενταρβάνη. Η παιδικότητα και τα έντονα χρώματα τους ήταν οι μόνες έντονε πινελιές , εκτός από τον καναπέ, στον χώρο. Όλα τα υπόλοιπα, διακοσμητικά αντικείμενα ή είδη γραφείου, ήταν από κρύσταλλο. Ναι, είχε κάνει καλή δουλειά. Αυτός ήταν ο χώρος της. Ο χώρος που θα προτιμούσε μια γυναίκα που αισθάνεται άνετα με τον εαυτό της, μια γυναίκα με προσωπικότητα, μια γυναίκα καριέρας. Μια γυναίκα μόνη. Στην λεία επιφάνεια του γραφείου της δεν υπήρχε ούτε μια κορνίζα. Εδώ και χρόνια, οι άντρες μπαινόβγαιναν στην ζωή της με μεγάλη συχνότητα και μικρή διάρκεια. Αν ήθελε να έχει την φωτογραφία του καθενός τους στο γραφείο της, που δεν ήθελε, θα έπρεπε να προσλάβει ειδική γραμματέα για την δουλειά αυτή. Και φυσικά δεν μπορούσε να έχει στο γραφείο της την φωτογραφία της μαμάς της….
Ξανακοίταξε το ρολόι. Δώδεκα και μισή. Τι σκατά κάνανε τόση ώρα πια? Ήθελαν να την πεθάνουν? Δεν έπρεπε να καθυστερήσει ούτε λεπτό να ξεκινήσει την συνάντηση και ο Οικονόμου έφτανε πάντα δέκα λεπτά νωρίτερα. Την προηγούμενη φορά της την είχε πετάξει την μπηχτή:
- Εσείς στις διαφημιστικές έχετε την δυνατότητα να διαχειρίζεστε τον χρόνο σας πιο χαλαρά…
Ναι, αυτοί στις διαφημιστικές τα ξύνουν όλη μέρα και περιμένουν να έρθουν οι πολυάσχολοι σαν και του λόγου του για να αποκτήσει η ζωή τους ενδιαφέρον…Τι μαλάκας!! Μάλλον το ‘ χει το όνομα…Κώστας , σαν το κελεπούρι, τον άντρα της Άννας. Σκέφτηκε την φίλη της και θυμήθηκε πως είχαν μέρες να ειδωθούν. Αν επιζούσε της σημερινής ημέρας, έπρεπε να κανονίσουν κανένα καφέ ή κανένα ποτό, αν δεν είχε άλλα σχέδια ο λεβεντοκόπανος ο άντρας της. Έπρεπε να περάσει και από το μαγαζί της Δανάης. Τα αρωματικά έλαια για το μπάνιο της είχαν τελειώσει και η αλήθεια ήταν, πως ήταν καταπληκτικά. Άλλωστε η φίλη της είχε την μοναδική ικανότητα να την κάνει να χαλαρώνει. Ήταν έτσι από το σχολείο ακόμη, ήρεμη και ατάραχη ακόμη και αν έπεφτε ο ουρανός στο κεφάλι τους. Σαν την αγαπημένη ηρωίδα των παιδικών της χρόνων, την Πολυάννα, είχε πάντα μια θετική άποψη να αντιτάξει σε ότι και αν τους συνέβαινε. Μόνο στον γάμο της Άννας δεν μπόρεσε να κατεβάσει καμιά ιδέα, και περιορίστηκε να χαμογελάσει αισιόδοξα και να μιλήσει για την δύναμη της αγάπης. Φυσικά, όλα έχουν ένα όριο. Για τον Κώστα της Άννας, ούτε η ίδια η Πολυάννα δεν θα έβρισκε κάτι καλό να πει. Τέλος πάντων… Θα περνούσε το απόγευμα από την Δανάη και θα τηλεφωνούσαν στην Αθηνά μαζί, αν ζούσε μέχρι τότε, αν δεν πάθαινε σήμερα εγκεφαλικό, αν έρχονταν οι μακέτες κάποια στιγμή, αν ήθελαν ο Γιάννης και ο Θεός, που είχε αρχίσει να πιστεύει πως ήταν ένα και το αυτό πρόσωπό….